Μεγάλα Ερωτήματα
Ήταν στ’ αλήθεια τόσο χοντρός ο Βούδας όσο τον δείχνουν;

Όχι. Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικά πρόσωπα: ο «χοντρός Βούδας» είναι μια κινεζική λαϊκή παραλλαγή, ενώ ο Ινδός Βούδας ήταν ασκητής, που υπέβαλε τον εαυτό του σε εξαντλητικές νηστείες.
Πρώτα απ’ όλα, ο Βούδας ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Όλες οι ιστορικές πηγές συμφωνούν για την ύπαρξη του Σιντάρτα Γκαουτάμα, γνωστού ως «ο Βούδας» (στα σανσκριτικά σημαίνει «ο Αφυπνισμένος»), ο οποίος γεννήθηκε στα σύνορα Νεπάλ–Ινδίας τον 6ο αιώνα π.Χ., σε μια πλούσια και ευγενή οικογένεια του κλαν Σάκυα (γι’ αυτό αποκαλείται και Βούδας Σακυαμούνι).
Ασκητής, στοικός – όχι καλοφαγάς
Από μικρός, ο Σιντάρτα έδειχνε στοχαστικός και εσωστρεφής χαρακτήρας, ξένος προς το πολεμικό πνεύμα της οικογένειάς του. Στα 29 του εγκατέλειψε την πολυτέλεια του παλατιού για να αναζητήσει την αλήθεια μέσα από τις κακουχίες της ασκητικής ζωής.
Κατά την εξάχρονη σκληρή του προσπάθεια να φτάσει στη φώτιση, υπέβαλε το σώμα του σε εξαντλητικές νηστείες. Δεν θα μπορούσε, λοιπόν, να είναι παχύς — και πράγματι σε πολλές ανατολικές απεικονίσεις παρουσιάζεται αδύνατος, ρωμαλέος και ευγενικός στην όψη.
Κι όμως, στη Δύση, η εικόνα που κυριαρχεί είναι αυτή του «χαμογελαστού χοντρού» Βούδα με τη μεγάλη κοιλιά.

Ο “χαρούμενος Βούδας” που δεν ήταν… Βούδας
Ο «χοντρός Βούδας», ή αλλιώς «χαρούμενος Βούδας» (Happy Buddha), είναι στην πραγματικότητα μια λαογραφική κινεζική φιγούρα, βασισμένη στον μοναχό Μπουτάι, που φαίνεται να έζησε τον 10ο αιώνα μ.Χ.
Ο Μπουτάι ήταν εκκεντρικός, καλοφαγάς και γενναιόδωρος – κουβαλούσε πάντα έναν σάκο γεμάτο φαγητά και γλυκά για τα παιδιά. Με την πάροδο του χρόνου θεωρήθηκε πως έφτασε κι εκείνος στη φώτιση, γι’ αυτό και του αποδόθηκε ο τίτλος του «Βούδα».
Η μεγάλη του κοιλιά, που πολλοί πιστοί τρίβουν για καλοτυχία, συμβολίζει τη χαρά, την αφθονία και τη γενναιοδωρία – αλλά δεν έχει καμία σχέση με τον Σιντάρτα Γκαουτάμα.
Όπως ο Ιησούς και ο Άγιος Βασίλης
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η σχέση μεταξύ του αληθινού Βούδα και του «χαρούμενου Βούδα» θυμίζει αυτή ανάμεσα στον Ιησού Χριστό και τον Άγιο Βασίλη. Ο ένας είναι στωικός, αυτοπειθαρχημένος και προσηλωμένος στην πνευματική αναζήτηση· ο άλλος είναι λαϊκή καρικατούρα που μοσχοπουλιέται σε αγάλματα και μπρελόκ κούπες και κουκλάκια τα Χριστούγεννα.
Κι όμως, λόγω αυτής της πολιτισμικής παρεξήγησης, στη Δύση ο όρος «Βούδας» έγινε συνώνυμο του «παχουλού, καλόβολου σοφού» — κάτι που ο ίδιος ο Σιντάρτα πιθανότατα θα αντιμετώπιζε με ηρεμία, αλλά και ειρωνικό βλέμμα.
Επιστήμες & Τεχνολογία
Περίεργες γνώσεις – Τι ήταν το υγρό πυρ;
Ένα μυστικό όπλο: όποιος αποκάλυπτε τη συνταγή, καταδικαζόταν σε θάνατο
Το υγρό πυρ ήταν ένα «ανορθόδοξο όπλο»: ένα φονικό εμπρηστικό μείγμα που εξασφάλισε στους Βυζαντινούς αδιαμφισβήτητη στρατιωτική υπεροχή τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα.

Υγρό πυρ – Μινιατούρα
Η μινιατούρα αυτή απεικονίζει Βυζαντινούς ναυτικούς να χρησιμοποιούν το υγρό πυρ ενάντια στον επαναστάτη Θωμά τον Σλάβο. (Πηγή: Wikimedia Commons)
Η χρήση του πυρός ως όπλο ήταν συχνή στην αρχαιότητα. Εμπρηστικά βέλη και φλεγόμενα βλήματα ήταν εξαιρετικά χρήσιμα για την πρόκληση πυρκαγιών, ιδιαίτερα κατά τις πολιορκίες. Ωστόσο, ήταν οι Βυζαντινοί που ανέπτυξαν την τεχνική στο έπακρο κατά την ύστερη αρχαιότητα, χρησιμοποιώντας ένα μυστικό όπλο. Η συνταγή του φυλασσόταν αυστηρά στην αυλή της Κωνσταντινούπολης και ήταν γνωστή μόνο στον αυτοκράτορα και σε λίγους εξειδικευμένους τεχνίτες. Όποιος αποκάλυπτε το μυστικό, τιμωρούνταν με θάνατο.
Φωτιά στη θάλασσα
Το υγρό πυρ ήταν μια ειδική εμπρηστική σύνθεση που χρησιμοποιούνταν για την καταστροφή εχθρικών πλοίων ή πολιορκητικών μηχανών. Πιθανώς αποτελούνταν από μίγμα πίσσας, νίτρου, θείου, πετρελαίου και άσβεστου – μια εκρηκτική συνταγή εξαιρετικά αποτελεσματική ιδιαίτερα στη θάλασσα.
Κατά τις ναυμαχίες, το υγρό πυρ εκτοξευόταν από ειδικούς χάλκινους σωλήνες (ένα είδος «μεσαιωνικού φλογοβόλου») που λειτουργούσαν με πετάλια, τοποθετημένους στα δρομώνια – τα μεγάλα πολεμικά πλοία των Βυζαντινών. Επίσης, πετάγονταν πήλινα αγγεία γεμάτα με το μίγμα, που εξερράγησαν με την πρόσκρουση.
Αδύνατο να σβήσει
Αυτό που έκανε το υγρό πυρ τόσο τρομακτικό ήταν ότι δεν μπορούσε να σβήσει με νερό — πιθανώς επειδή περιείχε άσβεστο, που αντιδρά βίαια όταν βραχεί. Σύμφωνα με μεσαιωνικά κείμενα, ο μόνος τρόπος για να σβήσει ήταν με μείγμα από ούρα, άμμο και ξίδι. Οι εχθροί των Βυζαντινών δεν το γνώριζαν αυτό. Έτσι, οι Βυζαντινοί κατάφεραν να αποκρούσουν την αραβική πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 717–718 μ.Χ.
Γιατί λέγεται “Greek fire”;
Η ονομασία “Greek fire” δόθηκε από ξένους λαούς και υιοθετήθηκε στις δυτικές γλώσσες. Οι ίδιοι οι Βυζαντινοί αποκαλούσαν το όπλο “υγρόν πῦρ” ή “πῦρ Ρωμαϊκόν” (ρωμαϊκή φωτιά), καθώς ήταν μέρος της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η σύνθεση αποδίδεται σε έναν Έλληνα εφευρέτη που ζούσε στον Λίβανο, στην αρχαία Ηλιούπολη (Heliopolis).
Life Style & Καθημερινότητα
Το μεγάλο μυστήριο της γυναικείας τσάντας
Ένα από τα πιο αγαπημένα αξεσουάρ των γυναικών, απανταχού της γης, είναι οι τσάντες. Άλλες ακριβές, άλλες φτηνές, άλλες χειροποίητες, άλλες βιομηχανικής κατασκευής. Από μαλλί, από δέρμα, από ύφασμα — και με μυριάδες πατρόν, τεχνικές και διακοσμητικά.

Όμως, τι μας λέει μια τσάντα για τη γυναίκα που την κρατάει;
Εξωτερικά, μόνο ότι της αρέσει. Και αυτό αρκεί. Μπορεί να μην είναι απαραίτητα ασορτί με το ντύσιμό της — γιατί και οι αντιθέσεις έχουν τη χάρη τους. Η αισθητική είναι προσωπική υπόθεση.
Το περιεχόμενο, όμως, είναι αυτό που μετράει — όπως και στους ανθρώπους.
Αν και θεωρείται αγένεια ένας άντρας να ανοίξει μια γυναικεία τσάντα, η ίδια η γυναίκα μπορεί, σαν άλλος Σπορτ Μπίλι, να εμφανίσει από μέσα αντικείμενα που λένε πολλά. Κι εκεί, ίσως να φανεί και κάτι από τον χαρακτήρα της.
Πέντε βασικές κατηγορίες είναι οι παρακάτω. Όχι απόλυτες, όχι κανόνες — απλώς μικρές χαρτογραφήσεις του τρόπου που κάθε γυναίκα διαλέγει να κουβαλήσει τον κόσμο της.
🟤 1. Η οργανωμένη της πράξης
Τι έχει στην τσάντα:
- Ατζέντα ή σημειωματάριο
- Μικρό νεσεσέρ με βασικά
- Στυλό που γράφει
- Φαρμακείο τσάντας
Τι λέει αυτό για εκείνη:
Ξέρει τι χρειάζεται πριν χρειαστεί. Μεθοδική, διακριτική, σταθερή. Αν συμβεί κάτι, είναι εκεί. Δεν φωνάζει, δεν φαίνεται πάντα, αλλά δεν λείπει ποτέ.
🟤 2. Η αθόρυβη ρομαντική
Τι έχει στην τσάντα:
- Φυλαχτό, εικονίτσα ή χαρτάκι με μήνυμα
- Μικρό άρωμα
- Καραμέλες
- Καθρεφτάκι
Τι λέει αυτό για εκείνη:
Δεν της αρέσει να εκτίθεται. Προτιμά τα ήσυχα και τα προσωπικά. Κουβαλά κάτι από τον δικό της κόσμο, κι αυτό τη στηρίζει όταν χρειάζεται.
🟤 3. Η πρακτική
Τι έχει στην τσάντα:
- Σακούλα για αγορές
- Γυαλιά
- Φυλλάδιο ή σημείωμα με διεύθυνση
- Μικροπράγματα για “ό,τι προκύψει”
Τι λέει αυτό για εκείνη:
Δεν κάθεται πολύ. Κινείται, οργανώνει, κάνει. Ξέρει που πάει, ή τουλάχιστον είναι έτοιμη για το ενδεχόμενο να αλλάξει πορεία.
🟤 4. Η γυναίκα-εργαλειοθήκη
Τι έχει στην τσάντα:
- Power bank
- Συνδετήρες, μέτρο ή μολύβι
- Κλειδί άγνωστης προέλευσης
- Κομμάτια λύσεων σε μικρή συσκευασία
Τι λέει αυτό για εκείνη:
Είναι αυτής της φροντίδας που δεν φαίνεται, αλλά σώζει. Δεν λέει πολλά. Κρατάει τα βασικά – για άλλους κυρίως. Αν χρειαστείς κάτι, μάλλον θα το έχει.
🟤 5. Η διακριτική της φροντίδας
Τι έχει στην τσάντα:
- Φαρμακείο σωστά οργανωμένο
- Αντισηπτικό και μάσκα
- Lip balm ή καθρεφτάκι
- Μικρό αντικείμενο “για άλλον”
Τι λέει αυτό για εκείνη:
Δεν είναι ότι “κρατάει σπίτι στην πλάτη”, αλλά σκέφτεται πάντα τον διπλανό της. Η παρουσία της φαίνεται από τις λεπτομέρειες. Εκεί που λες “δεν πειράζει”, σου δίνει λύση πριν το πεις.
Εσείς βλέπετε τον εαυτό σας σε κάποια από αυτές;
Αν ναι — ή αν σας εκφράζει το άρθρο — κάνε like ή follow στη σελίδα μας
Χιούμορ & Σάτιρα
Μεγάλα ερωτήματα ! Μπορούν τα ζώα να έχουν “προφορές”; Πώς το περιβάλλον επηρεάζει τις φωνητικές τους συμπεριφορές
Το 1986, οι ερευνητές Μπομπ Σέιφαρθ και Ντόροθι Τσένεϊ πήραν βρέφη πιθήκων ρέζους μακάκων και Ιαπωνικών μακάκων και τα αντάλλαξαν αμέσως μετά τη γέννησή τους. Το κάθε μικρό τοποθετήθηκε σε ένα κοινωνικά παρόμοιο, αλλά ακουστικά διαφορετικό περιβάλλον. Το ερώτημα ήταν: Θα ανέπτυσσαν τα ζώα αυτά τοπικές φωνητικές ιδιαιτερότητες διαφορετικές από τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνεί συνήθως το είδος τους; Μπορούν δηλαδή τα ζώα να αναπτύξουν τοπικές «προφορές» ή «διαλέκτους», όπως κάποιος από τα αφάντου θα πεί αλλιά αντι για αγελάδα !

Πώς το περιβάλλον επηρεάζει τις φωνές των ζώων
Για δεκαετίες, οι επιστήμονες βασίζονταν στην ιδέα ότι η επικοινωνία των ζώων εξαρτάται περισσότερο από τη γενετική τους και λιγότερο από το περιβάλλον τους. Ένας σκύλος, για παράδειγμα, δεν θα μάθει να νιαουρίζει απλώς επειδή μεγαλώνει ανάμεσα σε γάτες. Όμως, φαίνεται πως τα ζώα μπορούν να υιοθετήσουν πιο λεπτές φωνητικές αποχρώσεις που δεν είναι απαραίτητα «κληρονομικές».
Όπως επισημαίνει το BBC Science Focus, πολλές μελέτες έχουν καταγράψει ζώα που τροποποιούν την επικοινωνία τους ανάλογα με το περιβάλλον. Τα πουλιά chaffinch, για παράδειγμα, δεν τραγουδούν με τις ίδιες λεπτομέρειες όταν μεγαλώνουν σε απομόνωση σε σχέση με όταν μεγαλώνουν σε κοινωνικές ομάδες – αυτό τους δίνει μια τοπική «φωνή». Άλλα είδη πουλιών, όπως οι σπουργίτες white-crowned, αλλάζουν τα τραγούδια τους αναλόγως με το τι «παίζεται» στη γειτονιά: συνδυάζουν διαφορετικά στοιχεία τραγουδιών ανάλογα με το πού βρίσκονται.
Κάτι παρόμοιο έχει παρατηρηθεί και στις κατσίκες. Μια μελέτη του 2012 έδειξε ότι τα κατσικάκια τροποποιούν τις φωνές τους ώστε να ταιριάζουν με εκείνες των νέων κατσικών που μόλις γνώρισαν σε κοινωνικό περιβάλλον.
Δεν πρόκειται για προφορές όπως τις αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι – κανένα πουλί δεν θα αποκτήσει Αφαντενή προφορά επειδή ο ιδιοκτήτης του μετακόμισε από τη Αθήνα στην Ρόδο . Όμως, αν ορίσουμε την προφορά ως έναν διακριτό τρόπο έκφρασης επηρεασμένο από την περιοχή, τότε ναι: τα ζώα έχουν προφορές.
Γιατί κάποια ζώα έχουν «προφορές»;
Ορισμένοι ειδικοί πιστεύουν ότι κάποια είδη χρησιμοποιούν αυτές τις τοπικές φωνητικές παραλλαγές για να ξεχωρίζουν τους «δικούς τους» από αγνώστους. Δεν είναι ότι πρέπει να φοβούνται ο ένας τον άλλο – αλλά ένας ήχος που δεν είναι οικείος μπορεί να σημαίνει κίνδυνο ή παρουσία θηρευτή. Η ικανότητα αναγνώρισης απειλών είναι κλειδί για την επιβίωση ενός είδους.
Όσο για εκείνους τους πρωτεύοντες που “αντάλλαξαν” οικογένειες; Συνήθως, οι ρέζους μακάκοι όταν παίζουν βγάζουν έναν σκληρό ήχο (gruff), ενώ οι Ιάπωνες μακάκοι προτιμούν έναν ήχο σαν κούρισμα (coo). Και τα δύο είδη μπορούν να παράγουν τους ίδιους ήχους, αλλά τους χρησιμοποιούν σε διαφορετικούς τόνου και χρώματα.
Το νέο περιβάλλον τους όμως δεν άλλαξε τις φωνητικές τους συμπεριφορές: οι πίθηκοι ρέζους εξακολούθησαν να γρυλίζουν, οι Ιάπωνες να σκούζουν. Με άλλα λόγια: αν βάλεις έναν πίθηκο μακάκο στα Αφάντου, δεν θα αρχίσει να λέει “βού στραβάρες΄
Μεγαλύτερο ερώτημα όμως είναι ποιος βρέθηκε να πληρώσει όλες αυτές τις έρευνες και γιατί !
-
Πολιτισμός2 μήνες ago
Στολίστηκε με ευλάβεια ο Επιτάφιος του Αφάντου.
-
Τουρισμός2 μήνες ago
🏡 Ποιότητα Ζωής & Τουρισμός: Γιατί το Αφάντου μπορεί να γίνει πρότυπο
-
Επικαιρότητα & Πολιτισμός3 εβδομάδες ago
🚨 Απόπειρα διάρρηξης στα Αφάντου – Ένοπλος μεταξύ των δραστών
-
Επικαιρότητα & Πολιτισμός1 μήνα ago
Ηχορύπανση και ταχύτητα!
-
Χιούμορ2 μήνες ago
Το Μυστήριο του χαμένου καπαμά ! (χρονογράφημα)
-
Χιούμορ2 μήνες ago
🦇 Οι τρεις νυχτερίδες και το ρολόι του χωριού
-
Επικαιρότητα & Πολιτισμός1 μήνα ago
Ο κινεζικός γίγαντας που έρχεται να ενισχύσει την αεροπυρόσβεση παγκοσμίως
-
Τέχνες1 μήνα ago
Του Κάου το πουκάμισο-Αφαντενό παραμύθι